Άνω αριστερά : Φωτογραφίες του ναού του 19ου αιώνα Για περισσότερες Πληροφορείρες…
Άνω κέντρο και δεξιά : Απεικόνιση Αμαζονομαχίας και Κενταυρομαχίας από την ζωοφόρο του ναού, αποτυπωμένο στο βιβλίο με αυθεντικά αντίγραφα σχεδιασμένα και χαραγμένα από τον Gio Maria Wagner από τον Ferdinando Ruschweyh
Μέσο : Δια χειρός Μανόλη Κορρέ επιζωγραφισμένα 9 σχέδια κτίσματος της περιοχής του 19ου αιώνα
Προθήκη :
Βιβλίο με Αρχαία ανάγλυφα της Ελλάδος από την ζωφόρο του ναού του Επικούριου Απόλλωνος στην Αρκαδία. Σχεδιασμένο από τα αρχικά (σχέδια) του Gio Maria WAGNER και χαραγμένα από τον Ferdinando RUSCHWEYH.
Αρχαία ναοδομία, ναός Απόλλωνος Eπικουρίου του Μανόλη Κορρέ
Από τον 8ο αιώνα π.Χ. κ.ε. η νέα πληθυσμιακή, οικονομική, διοικητική και πολιτιστική ακμή του ελληνικού κόσμου περιείχε μεταξύ άλλων και την οικοδομική των πρώτων ναών, η οποία πολύ σύντομα, περί το 650 π.Χ., αποκρυσταλλώθηκε στο εμβληματικό σύστημα της Δωρικής αρχιτεκτονικής. Αυτό ήταν το κυριότερο στοιχείο την επινόηση και τυποποίηση των συστημάτων κάλυψης των στεγών με κεράμους μεγάλου μεγέθους (οι πρώτες στον κόσμο), χάριν των οποίων ο σχεδιασμός του κτηρίου έπρεπε να περιλαμβάνει ακριβείς υπολογισμούς διαστάσεων και αυστηρούς κανόνες. Ως υλικά δομής χρησίμευαν ωμές, τέλεια τυποποιημένες πλίνθοι, μεγάλοι λαξευτοί λίθοι στο κάτω μέρος των τοίχων, βαριά ξυλεία για κίονες, επιστύλια και δοκούς, πολυτελής ξυλεία για θυρώματα, θυρόφυλλα και καλυπτήρες αρμών. Πλούσιες μεταλλικές επενδύσεις στα θυρώματα και τα κιονόκρανα, προστατευτικές πήλινες επενδύσεις στα γείσα και διάφοροι επιχρωματισμοί σε λεπτά επιχρίσματα συμπλήρωναν την έξοχη εικόνα. Πολύ σύντομα η παρουσία ευκατέργαστων πετρωμάτων, ισότροπων συμπαγών χωρίς πυκνές ασυνέχειες, ευνόησε την κατά το δυνατόν ολόλιθη δομή (κίονες, τοίχοι, επιστύλια), ώστε μόνο η στέγη να είναι ξύλινη. Πιο ανατολικά, στις Κυκλάδες και την Ιωνία, μια άλλη αρχιτεκτονική, η ιωνική, είχε ως κύριο υλικό το μάρμαρο, ακόμη και για τη στέγη, συμπεριλαμβανομένων μαρμάρινων κεράμων, πιστών αντιγράφων των κανονικών πήλινων! Όλα αυτά συνδυάσθηκαν με μια άνευ προηγουμένου ανάπτυξη τεχνικών και θεωρητικών γνώσεων σε τομείς όπως η δασολογία (είδη και ιδιότητες ξύλων), η γεωλογία (είδη και ιδιότητες πετρωμάτων), η μεταλλουργία (εξειδικευμένα εργαλεία), η μηχανική, η μηχανολογία (τόρνοι, γερανοί, βαρέα οχήματα, σχοινοπλεκτικές μηχανές κ.α.) και η αισθητική (οπτικές εκλεπτύνσεις). Σε αυτό το πλαίσιο, όπου, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Πλούταρχος, συνδυάζονταν αρμονικά πάρα πολλά επαγγέλματα (και αντίστοιχες κατακτήσεις πράξης και θεωρίας), ο ναός του Απόλλωνος Επικουρίου αποτελεί έξοχο παράδειγμα: τα σχέδια έγιναν μετά το 440 π.Χ. από τον Ικτίνο, τον άριστο αρχιτέκτονα του Παρθενώνα, αλλά σε τύπο πελοποννησιακό και όχι αττικό, ώστε εσωτερικά να σχηματίζονται διακριτές διαιρέσεις του χώρου, απαιτούμενες μάλλον από τις τοπικές λατρευτικές ή λειτουργικές παραδόσεις. Οπτικές εκλεπτύνσεις (καμπυλώσεις, ή ελαφρές αποκλίσεις γραμμών για αισθητικούς λόγους) δεν εφαρμόσθηκαν. Η κατασκευή ακολουθεί τα αθηναϊκά πρότυπα: οι φατνωματικές οροφές των περιμετρικών χώρων, αντί ξύλινες έγιναν λίθινες με μεγάλες μαρμάρινες δοκούς, οι οποίες έπρεπε να μεταφερθούν σε αυτό το υψόμετρο από πολύ μακριά. Η εκτέλεση έγινε με εκπληκτική (σχεδόν μηχανουργική) ακρίβεια και διόλου τυχαία, όταν ο Παυσανίας επισκέφθηκε το μέρος, στα μέσα του 2ου αι. μ.Χ., αναφέρθηκε με απεριόριστο θαυμασμό στην ΑΡΜΟΝΙΑ των κιόνων, την συνάρμοση των σπονδύλων με τελειότητα που καθιστά τους αρμούς αόρατους (εξ αυτού μεταφορικά η μουσική και γενικότερη σημασία της λέξης). Σήμερα, μετά από μακρότατη γεωλογική παραμόρφωση του βραχώδους εδάφους και βαθιά διάβρωση των επιφανειών του οικοδομήματος, η ορθή εκτίμηση της αρχικής γεωμετρικής τελειότητας του ναού, είναι δύσκολη, ενώ η παρουσία του προστατευτικού στεγάστρου αποκρύπτει την σχέση του ναού προς το φυσικό αυτού περιβάλλον. Από την άλλη πλευρά οι νέες συνθήκες στο εσωτερικό του στεγάστρου (υγρασία, φωτισμός κ.α.) εξάλειψαν τον παράγοντα της βιο-διάβρωσης και οι πριν μαυρισμένες επιφάνειες εμφανίζονται με την αληθινή λευκότητα του πετρώματος, που τόσο είχε ευχαριστήσει τον Παυσανία. Με την ολοκλήρωση του έργου αποκατάστασης του μνημείου, το οποίο θα πρέπει να περιλαμβάνει και ανακατασκευή της αρχαίας στέγης του, το προστατευτικό στέγαστρο θα απομακρυνθεί και το αρχαίο αριστούργημα θα ενωθεί πάλι με το συναρπαστικό φυσικό περιβάλλον.
Κτίσμα 19ου αιώνα από Γιάννη Χάσκαρη
Σχέδια δια χειρός Μανόλη Κορρέ που απεικονίζουν τη κατασκευή ενός κτίσματος του 19ου αιώνα, από τους μάστορες της πέτρας, τυπικού της περιοχής και του χωριού μας. Η συνέχεια της παράδοσης της κατασκευής τέτοιων χτισμάτων, όπως κι αυτού του Επικουριου Απόλλωνα, είναι αναλλοίωτη στους αιώνες αφού παραμένει ίδια η τεχνική, τα τοπικά πετρώματα και η έμφυτη τεχνουργία του τόπου μας.
Οι μάστορες αυτοί της πέτρας έχουν αφήσει διάσπαρτα τα υλικά ίχνη της εργασίας τους στον πελοποννησιακό χώρο. Πρόκειται για έργα της τέχνης τους, που αποτυπώνουν ακόμη και σήμερα την κατασκευαστική γνώση της πέτρας σε όλες τις μορφές της. Όλοι μαζί σαν κομπανία, έκτιζαν εκκλησίες, αρχοντικά, γέφυρες, βρύσες ακόμη και ολόκληρα χωριά και κατάφεραν έτσι δουλεύοντας τα πετρώματα της περιοχής, να φτιάξουν ένα σύνολο όπου παντού κυριαρχούσε η πέτρα σε κάθε της μορφή. Η πέτρα, το ξύλο και η λάσπη ήταν τα ταπεινά δομικά υλικά των κατασκευών.
Ο πρωτομάστορας, γνώστης και με φυσικές ικανότητες, εργαζόταν στα θεμέλια, στις προσόψεις και στις γωνιές που «κλείδωναν» τα αγκωνάρια. Δίπλα του ήταν οι τεχνίτες με διάφορες ειδικότητες οι «Μαστόροι», ο χτίστης, ο πελεκάνος ,ο νταμαρτζής και οι ξυλουργοί. Ακολουθούσαν ιεραρχικά οι βοηθοί των μαστόρων και τέλος τα «Μαστορόπουλα», οι μικροί μαθητευόμενοι νέοι. Για την πρώτη κατεργασία των λίθων εργαλεία τους, ήταν ο μαστρακάς και το βελόνι, το μπικούνι, που προσομοιάζει με το σφυρί, ακολουθούσαν η χτενιά και το καλέμι, για τη λείανση των επιφανειών των ογκολίθων.
Από τον 18ο αιώνα αρχίσαν να κτίζονται μαζικά σπίτια από πέτρες. Οι περισσότεροι κάτοικοί που διέμεναν σε χαμόσπιτα, απέκτησαν σιγά – σιγά τη δυνατότητα να ανακατασκευάσουν τα μικρά σπίτια τους και από ισόγεια που ήταν να τους προσθέσουν όροφο. Αυτό ήταν για τους κατοίκους μια πραγματική επανάσταση. Ζούσαν πια σε όροφο, πάνω σε ξύλινο πάτωμα και όχι στο χώμα που κατά κανόνα είχε το δάπεδο του ισογείου που έγινε τότε, ο χώρος αποθήκευσης, των αναγκαίων τροφίμων για τη διατροφή τους.
Με την πρόοδο του χρόνου η τέχνη της λιθοδομής εξελίχθηκε. Όσο πιο εύπορος , ήταν ο ιδιοκτήτης του σπιτιού, τόσο καλύτερη ήταν και η τέχνη της πέτρας. Τότε ήταν που εμφανίστηκαν , στα τέλη του 19 αιώνα, τα περίτεχνα κορνιζώματα, οι πέτρινες κολόνες στις εξωτερικές πόρτες της πρόσοψης και τα καλαίσθητα πορτοπαράθυρα.
Βιβλίο
Βιβλίο με τίτλο ¨Αρχαία ανάγλυφα της Ελλάδος από την ζωφόρο του ναού του Επικούριου Απόλλωνος στην Αρκαδία¨ . Σχεδιασμένο από τα αρχικά (σχέδια) του Gio Maria WAGNER και χαραγμένα από τον Ferdinando RUSCHWEYH.
Το βιβλίο αυτό απεικονίζει την αποστολή και ανασκαφές των άγγλων αρχιτεκτόνων C.R. Cockerell και John Foster και των γερμανών λογίων περιηγητών Carl Haller von Hallerstein, Otto von Stackelberg and Jakob Linckh το 1811 και 1812.
Τα αρχαία ανάγλυφα αναπαριστούν τους Λαπίθες να μάχονται εναντίον των Κενταύρων και των Αμαζόνων. Σήμερα βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο μαζί με τη ζωφόρο του Παρθενώνα.